17/12/13

Η οικογένεια παλαιότερα

«Η οικογένεια παλαιότερα». Συζητήστε με τη γιαγιά ή τον παππού σας και αντλείστε πληροφορίες για τη δική τους οικογένεια, για τις σχέσεις που είχαν τα μέλη μεταξύ τους και γενικά για τον τρόπο ζωής τους.

- Γιαγιά θα ήθελα να μου μιλήσεις λίγο για την οικογένεια σου. Καταρχήν πες μου πρόλαβες να γνωρίσεις παππού και γιαγιά;
- Φυσικά και πρόλαβα. Τότε όλοι παντρευόμασταν νέοι. Φαντάσου ότι η δική μου γιαγιά ήταν γύρω στα πενήντα.
- Μένατε μαζί με τους παππούδες σου;
- Εγώ όπως ξέρεις, αν και ζω στην Α……., κατάγομαι από τα Τ…….. Στα μέρη μας λοιπόν, υπήρχε η συνήθεια οι παππούδες να μένουν με τους γιους. Έτσι οι γονείς της μαμάς μου έμενα με το γιο τους και οι γονείς του μπαμπά μου μένανε στο σπίτι του πρωτότοκου γιου. Όμως τα σπίτια όλων ήταν πολύ κοντά, το ένα δίπλα στο άλλο. Έτσι, ήμουν μαζί τους καθημερινά. Τους αγαπούσα και με αγαπούσαν παρά πολύ, αν και δούλευαν όλη μέρα πολύ σκληρά στα χωράφια και δεν μπορούσαν να μου αφιερώσουν όσο χρόνο θα ήθελαν. Πρέπει να ξέρεις όμως ότι τότε οι παππούδες και οι γιαγιάδες, ήταν η κεφαλή της οικογένειας και αυτούς ρωτούσαν όλοι, πριν πάρουν οποιαδήποτε απόφαση. Τους σεβόμασταν πάρα πολύ.
- Με τους γονείς σου γιαγιά πώς ήταν η σχέση σας;
- Τη μαμά μου την αγαπούσαμε πάρα πολύ. Ήταν πολύ γλυκιά γυναίκα. Δούλευε όμως από το πρωί ως το βράδυ, γιατί τότε δεν υπήρχαν οι ευκολίες που έχουμε σήμερα. Δούλευε και στο σπίτι και στα χωράφια. Η μαμά μου έκανε 12 παιδιά. Όμως από αυτά έζησαν μόνο τα έξι. Μπορείς λοιπόν να φανταστείς πόσο δύσκολη ήταν η ζωή της. Εντούτοις, πάντα έβρισκε χρόνο να μας αγκαλιάσει, να μας χαϊδέψει και να μας συμβουλέψει. Τον προπαππού σου όμως τον φοβόμασταν πάρα πολύ. Ήταν άνθρωπος νευρικός, ήθελε όλα να γίνονται τέλεια και περίμενε από εμάς, από μικρά παιδιά ακόμη, να κάνουμε όλες τις δουλειές, ακόμη και τις πιο δύσκολες. Όταν έλεγε κάτι, έπρεπε οπωσδήποτε να γίνει. Φαντάσου είχε 5 κόρες και μας πάντρεψε όλες με αυτούς που ήθελε, χωρίς σχεδόν να μας ρωτήσει. Πού να τολμήσουμε να φέρουμε αντίρρηση. Ο λόγος του ήταν νόμος. Μέχρι που πέθανε, ενώ ήμουν μεγάλη γυναίκα, παντρεμένη και με παιδιά, έσκυβα το κεφάλι μπροστά του και δεν τολμούσα ποτέ να τον αντιμιλήσω.
- Πώς ήταν η σχέση σου με τα αδέρφια σου;
- Εμείς παιδί μου, ζήσαμε πολύ δύσκολα χρόνια, μέσα στον πόλεμο. Γι’ αυτό και η σχέση μεταξύ μας ήταν πολύ στενή. Ήμασταν 5 αδερφές και ένας αδερφός, και πάντα βοηθούσαμε και προσέχαμε ο ένας τον άλλο. Όταν παντρεύτηκα και έφυγα για την Α…… για χρόνια έκλαιγα, όταν τους θυμόμουν. Κάθε φορά που πήγαινα στο χωριό είχαμε πανηγύρι που ξανά συναντιόμασταν. Όταν πέθανε ο μονάκριβος αδερφός μου, έκλαιγα για μέρες, ακόμα και τώρα, όποτε τον φέρνω στο μυαλό μου, δακρύζω.
- Πώς ήταν τότε η οικογένειά σας; Ζούσατε πολλοί στο ίδιο σπίτι και πόσοι;
- Όπως ήδη σου είπα, εμείς στο σπίτι μας δεν είχαμε τους παππούδες και τις γιαγιάδες, οι οποίοι ζούσαν σε διπλανά σπίτια, στους θείους μου. Όταν όμως ο αδερφός μου παντρεύτηκε, και αυτό έγινε πολύ νωρίς για τα δεδομένα της εποχής σου, αφού ήταν μόλις 20 χρονών και χωρίς να έχει παντρέψει τις αδερφές του, έμενε μαζί μας στο ίδιο σπίτι με τη γυναίκα του. Βλέπεις, ο αδερφός μου, ερωτεύτηκε πάρα πολύ τη γυναίκα του και έπεισε τον μπαμπά μου να τους αφήσει να παντρευτούν με την υπόσχεση όμως, ότι θα δούλευε αυτός και η γυναίκα του, για να παντρέψει όλες τις αδερφές του, σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής του. Μαζί μας έμεινε στη συνέχεια και ο γιος του, ο ανιψιός μου δηλαδή, που τον μεγάλωσα εγώ μέχρι τα δέκα του, ώσπου παντρεύτηκα. Με τα ξαδέρφια μας, που ζούσαν στα διπλανά σπίτια, αισθανόμασταν σαν αδέρφια , αφού ήμασταν συνεχώς μαζί. Ήταν οι πόρτες μας πάντα ανοιχτές, ήταν σαν να ζούσαμε στο ίδιο σπίτι. Ποτέ δεν αισθανθήκαμε μοναξιά, αυτό είναι σίγουρο.
- Σε ευχαριστώ πολύ γιαγιά για τα στοιχεία που μου έδωσες και ελπίζω να μη σε κούρασα.

Από μαθήτρια της Β΄ Γυμνασίου του σχολείου μας.